ΝΑΤΟεφοπλιστές |
φάρος |
Ομιλία του Τσε σε φοιτητές της Ιατρικής Σχολής
απλά ΦΟΒΟΥΝΤΑΙ |
Απ' το Αργεντινάζο ως την ελληνική καταστροφή
«Ο κόσμος αναρωτιέται πώς μπορεί μια χώρα να ξανακάνει αυτά που κατέστρεψαν εμάς. Όταν βλέπουν ότι είναι οι ίδιες συνταγές που επαναλαμβάνονται, οι απλοί άνθρωποι τραβάνε τα μαλλιά τους και λένε "μα είναι αυτοκτονία"». Η περιγραφή ανήκει στον αργεντίνο κοινωνιολόγο και συγγραφέα Πέντρο Μπρίγκερ ο οποίος μεταφέρει, σε συνέντευξή του στην «Κυριακάτικη Αυγή» την γενικευμένη αίσθηση των αργεντίνων για τα τεκταινόμενα στην Ελλάδα ότι «πρόκειται για έργο που το έχουμε ξαναδεί».
Το κακό είναι ότι το έργο το έχουμε ξαναδεί κι εμείς, είναι κομμάτι της ιστορίας μας καθώς από συστάσεως του ελληνικού κράτους ο δανεισμός από τους διεθνείς τοκογλύφους οδήγησε τη χώρα σε χρεοκοπία τέσσερις – πέντε φορές μέχρι σήμερα καθιστώντας την λάφυρο στους «δανειστές», κι εμποδίζοντάς την να ορθοποδήσει και να συγκροτηθεί σε πραγματικά αυτόνομο και κυρίαρχο κράτος. Αλλά όσο ο κόσμος υιοθετεί τα διάφορα «μαζί τα φάγαμε» φαίνεται ότι το χούι των χρεοκοπιών επ’ ωφελεία των δανειστών θα μας συνοδεύει για καιρό ακόμα.
«Όταν ακούει κανείς τον Πολ Τόμσεν από το ΔΝΤ να λέει ότι η χώρα σας πρέπει να εγκαταλείψει τα "ταμπού" και να ιδιωτικοποιήσει τα πάντα», συνεχίζει τη διήγησή του ο αργεντίνος συγγραφέας, «σαστίζει γιατί αυτά ακριβώς λέγανε και σε εμάς πριν από είκοσι χρόνια. Η δεκαετία του '90 ήταν η δεκαετία του νεοφιλελεύθερου μύθου και της συναίνεσης της Ουάσιγκτον. Η κεντρική ιδέα ήταν ότι ο νεοφιλελευθερισμός θα έλυνε ως διά μαγείας κάθε πρόβλημα με τις μαζικές ιδιωτικοποιήσεις αφού το Δημόσιο ήταν αναγκαστικά ταυτισμένο με τη διαφθορά και την κακοδιαχείριση.Όταν λοιπόν ένας Αργεντινός ακούει σήμερα τον Παπαδήμο, γνωρίζει ότι αυτός είναι ο πολιτικός λόγος της δεκαετίας του '90». Με άλλα λόγια το "εμμονικό" (έως και "δαιμονικό") και το "παρωχημένο" σχέδιο του ΔΝΤ μας παρουσιάζεται εδώ εργαλείο σωτηρίας και ανασυγκρότησης της Νέας Ελλάδας
Παραταύτα, πολλοί, κυρίως εκείνοι που θίγονται λιγότερο από τα μονόπλευρα μέτρα, εξακολουθούν να πιστεύουν ότι άλλος δρόμος δεν υπάρχει ,απλώς θα ήθελαν λιγότερη βαρβαρότητα, ή εν πάση περιπτώσει αυτή να φαίνεται λιγότερο, αντί να κατακλύζει τους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας στα πρόσωπα των αστέγων και των ζητιάνων.
Όμως ακόμη και οι βασικοί πολιτικοί παίκτες του προηγούμενου διαστήματος αδυνατούν πλέον να «πουλήσουν» αυτή την πολιτική που δύο χρόνια μετά έκανε εμφανή την καταστροφή για την οποία διάφοροι προειδοποιούσαν από την αρχή. Αδυνατούν πλέον να «ωραιοποιήσουν» τις θυσίες των πολλών και να τις παρουσιάσουν ως εγγύηση για ένα καλύτερο αύριο. Και παίρνουν τις αποστάσεις τους από τον τεχνοκρατικό λόγο του Παπαδήμου ο οποίος ούτως ή άλλως λίγο εκ της ιδιοσυγκρασίας του, λίγο εκ της αποστολής του, λίγο εκ του «βεβαρημένου» παρελθόντος του δεν μπορεί να «σερβίρει» όραμα ούτε στους οπαδούς των τεχνοκρατικών λύσεων.
Κι έτσι οδεύουμε σε αργό θάνατο περιμένοντας να δούμε αν το Αργεντινάζο θα επαναληφθεί ή αν θα ξαναγραφτεί με πολύ μελανότερα χρώματα...
τυχαίο ; |
Συνέντευξη στον ΜΙΧΑΛΗ ΤΡΙΚΚΑ
Ανησυχητικά οικεία είναι για τον διακεκριμένο Αργεντινό δημοσιογράφο, κοινωνιολόγο και συγγραφέα, Πέντρο Μπρίγκερ τόσο ο πολιτικός λόγος των τεχνοκρατών του ΔΝΤ και της ελληνικής κυβέρνησης όσο και τα μέτρα που είναι "απολύτως αναγκαία για να σωθεί ο τόπος". Δέκα χρόνια μετά την εξέγερση που οδήγησε το νεοφιλελευθερισμό στην πρώτη ιδεολογική ήττα του, ο Μπρίγκερ -ο οποίος έχει εργαστεί για τις μεγαλύτερες εφημερίδες και τηλεοπτικά δίκτυα της χώρας και συνεργάζεται με έντυπα διεθνούς κύρους όπως η "Monde Diplomatique"- μιλά για αυτά που κερδήθηκαν και χάθηκαν από τότε, όπως επίσης και για τη μεταδοτικότητα της κοινωνικής διαμαρτυρίας στα χρόνια της παγκοσμιοποίησης.
*Στην πρόσφατη προεκλογική της καμπάνια, η πρόεδρος Φερνάντες χρησιμοποίησε εικόνες από ελληνικές διαδηλώσεις. Πώς το εξηγείτε;
Υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον για τις εξελίξεις στην Ελλάδα, αλλά και γενικότερα στην Ευρώπη. Στην Αργεντινή υπάρχει σήμερα η γενικευμένη αίσθηση ότι πρόκειται για έργο που το έχουμε ξαναδεί. Ο κόσμος αναρωτιέται πώς μπορεί μια χώρα να ξανακάνει αυτά που κατέστρεψαν εμάς. Όταν βλέπουν ότι είναι οι ίδιες συνταγές που επαναλαμβάνονται, οι απλοί άνθρωποι τραβάνε τα μαλλιά τους και λένε "μα είναι αυτοκτονία".
Παρ' ότι η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται, υπάρχουν πολλές ανησυχητικές ομοιότητες. Όταν ακούει κανείς τους ελεγκτές της τρόικας, είναι σαν να ακούει ξανά εκείνους που επέβλεπαν τις δικές μας μεταρρυθμίσεις τη δεκαετία του '90. Ο νομπελίστας Τζόζεφ Στίγκλιτς, που διετέλεσε και αντιπρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας, αναφέρεται ενδεικτικά στην περίπτωση ενός υψηλά ιστάμενού της που παρουσίασε τις συστάσεις του οργανισμού για τη σωτηρία της χώρας Χ έχοντας μπερδέψει τους φακέλους και μιλώντας, κατά λάθος, για τη χώρα Ψ. Γιατί, βλέπετε, είναι η ίδια συνταγή, που εφαρμόζεται παντού αδιακρίτως. Όταν ακούει κανείς τον Πολ Τόμσεν από το ΔΝΤ να λέει ότι η χώρα σας πρέπει να εγκαταλείψει τα "ταμπού" και να ιδιωτικοποιήσει τα πάντα, σαστίζει γιατί αυτά ακριβώς λέγανε και σε εμάς πριν από είκοσι χρόνια.
Η δεκαετία του '90 ήταν η δεκαετία του νεοφιλελεύθερου μύθου και της συναίνεσης της Ουάσιγκτον. Η κεντρική ιδέα ήταν ότι ο νεοφιλελευθερισμός θα έλυνε ως διά μαγείας κάθε πρόβλημα με τις μαζικές ιδιωτικοποιήσεις αφού το Δημόσιο ήταν αναγκαστικά ταυτισμένο με τη διαφθορά και την κακοδιαχείριση.
Όταν λοιπόν ένας Αργεντινός ακούει σήμερα τον Παπαδήμο, γνωρίζει ότι αυτός είναι ο πολιτικός λόγος της δεκαετίας του '90.
* Πιστεύετε ότι ο νεοφιλευθερισμός προσπαθεί τώρα να πάρει μια άτυπη ρεβάνς;
Το ΔΝΤ και οι υπόλοιποι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί δεν έχουν από τότε αλλάξει αφεντικά και συνεχίζουν να εξυπηρετούν τα ίδια συμφέροντα. Δεν θέλουν να σώσουν τους λαούς αλλά τις τράπεζες. Είναι ενδεικτικό ότι οι κυρίαρχοι δεν τολμούν καν να εφαρμόσουν ένα σχετικά ανώδυνο μέτρο όπως ο φόρος Τόμπιν. Αντιθέτως, κόβουν τις συντάξεις και απολύουν δημόσιους υπαλλήλους. Αν φοβούνται κάτι, αυτό είναι μια γενικευμένη κοινωνική έκρηξη. Και η Αργεντινή αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα. Θα έλεγα ότι ήταν η πρώτη εξέγερση του 21ου αιώνα ενάντια στον νεοφιλελευθερισμό. Μια κυβέρνηση απόλυτα προσηλωμένη στα δόγματα του νεοφιλελευθερισμού ανατράπηκε από τον λαό και έφυγε ταπεινωμένη.
Η επίδραση της εξέγερσης του 2001 στη Λατινική Αμερική ήταν καθοριστική. Δεν είναι τυχαίο ότι αμέσως μετά άρχισαν να ξεφυτρώνουν παντού στην περιοχή προοδευτικές κυβερνήσεις. Ακόμη και ο Τσάβες, που είχε ήδη εκλεγεί στην προεδρία της Βενεζουέλας, δεν ήταν τότε ο σημερινός. Ακολούθησαν ο Λούλα, ο Κορέα, ο Μοράλες και άλλοι. Υπάρχει λοιπόν μια διαλεκτική σχέση, κάτι που ο νεοφιλελευθερισμός δεν έχει ακόμη κατορθώσει να καταργήσει. Η εξέγερση της Αργεντινής ριζοσπαστικοποίησε τον Τσάβες και με τη σειρά της η Βενεζουέλα έγινε παράδειγμα για τις γειτονικές χώρες. Σήμερα, παρά τις επί μέρους πολιτικές και ιδεολογικές διαφορές, υπάρχει ένα κοινό μέτωπο απέναντι στον νεοφιλελευθερισμό. Οι χώρες με προοδευτικές κυβερνήσεις έχουν αποδεχτεί το πόσο σημαντική είναι η μεταξύ τους συνεργασία και αναζητούν από κοινού εναλλακτικές λύσεις.
* Και στην ίδια την Αργεντινή; Τι έχει αλλάξει και τι έχει μείνει το ίδιο μετά από δέκα χρόνια;
Όταν ο πρόεδρος Μένεμ ανέλαβε την εξουσία το 1989, δήλωσε ότι εκφράζει μια πραγματική επανάσταση. Δεν έλεγε ψέματα. Αυτά που επακολούθησαν, η πλήρης αποδιάρθρωση του κράτους πρόνοιας και του δημόσιου χώρου, άνοιξαν κοινωνικές πληγές που θα μείνουν ανοιχτές για δεκαετίες. Σήμερα στην Αργεντινή έχουμε 18χρονους νέους που δεν είδαν ποτέ τους γονείς τους να εργάζονται. Μιλάμε για κάτι που έχει σφραγίσει μια ολόκληρη γενιά. Άλλο ένα χαρακτηριστικό εκείνων των χρόνων ήταν η μαζική φτωχοποίηση των μεσαίων στρωμάτων. Στη διάρκεια της εξέγερσης, αυτά τα στρώματα ήλθαν για πρώτη φορά σε επαφή και συντόνισαν τη δράση τους με τους παραδοσιακά φτωχούς και τα κινήματα των ανέργων.
* Τι είχε όμως προηγηθεί για να συμβεί κάτι τέτοιο;
Γνωρίζουμε ότι η ιστορία είναι γεμάτη εκπλήξεις αλλά και ότι οι εξεγέρσεις δεν προκύπτουν από το μηδέν. Στην Αργεντινή είχαμε μια σειρά πολύ ενδιαφέροντα φαινόμενα. Ήταν, πρώτα από όλα, οι απολυμένοι και οι άνεργοι που δεν κλείστηκαν στα σπίτια τους, αλλά, για να βγουν από την αφάνεια και το κοινωνικό περιθώριο, συγκρότησαν το κίνημα των πικετέρος, που προχώρησε σε κινητοποιήσεις όπως οι καταλήψεις των αυτοκινητόδρομων. Κάποια κινήματα άρχισαν, στη συνέχεια, να οργανώνονται περισσότερο με στόχο την αλληλοϋποστήριξη και τον βιοπορισμό. Στήθηκαν συσσίτια αλληλεγγύης και φτιάχτηκαν μικρές επιχειρήσεις, σχολεία και μια σειρά παράλληλοι θεσμοί. Μεγάλο ρόλο έπαιξαν φυσικά οι καταλήψεις εργοστασίων και οι συνελεύσεις που άρχισαν να διοργανώνονται στις γειτονιές των μεγάλων πόλεων.
* Όλα αυτά τα κοινωνικά δίκτυα παραμένουν ζωντανά και σήμερα; Διατηρείται αυτή η κουλτούρα της αλληλεγγύης;
Δυστυχώς, ελάχιστα έχουν απομείνει. Τα μεσαία στρώματα, όταν βελτιώνουν τη θέση τους, ξεχνάνε το παρελθόν τους. Και με την ανάκαμψη της χώρας, πολλοί από τους νεόπτωχους βγήκαν από τη φτώχεια. Οι παραδοσιακά φτωχοί έμειναν όπως ήταν.
* Δεν ανακτήθηκαν όμως, στη συνέχεια, κάποια από εκείνα που χάθηκαν στα χρόνια της νεοφιλελεύθερης επέλασης;
Η έκταση της καταστροφής είναι τόσο μεγάλη ώστε να είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποκαταστήσεις τις ζημιές. Για παράδειγμα, ο εθνικός αερομεταφορέας της Αργεντινής ήταν μια πολύ επιτυχημένη επιχείρηση. Έπειτα όμως από μια ανελέητη καμπάνια των ΜΜΕ, ο λαός πείστηκε ότι ήταν απαραίτητη η άμεση ιδιωτικοποίησή του. Δημιουργήθηκε σταδιακά η συναίνεση στην κοινωνία ότι τίποτε δεν πρέπει να μείνει κάτω από δημόσιο έλεγχο. Όταν αργότερα ο πρόεδρος Κίρτσνερ θέλησε να επανεθνικοποιήσει την εταιρεία ήταν ήδη αργά. Ήταν βυθισμένη στα χρέη και όλα της τα περιουσιακά στοιχεία είχαν ξεπουληθεί. Θα ωφελούσε επομένως την κοινωνία η επιστροφή της κάτω από δημόσιο έλεγχο;
Ενδεικτική είναι και η περίπτωση του Εκουαδόρ. Όταν ο πρόεδρος Κορέα ανέλαβε την εξουσία, η νομισματική ισοτιμία της χώρας ήταν κλειδωμένη με βάση το δολάριο. Ο Κορέα ήταν αντίθετος σε αυτό. Όταν όμως ανέλαβε την εξουσία, διαπίστωσε ότι η εγκατάλειψη του δολαρίου θα είχε τεράστιες οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες για τη χώρα του. Αυτό ίσως έχει αναλογίες με τα προβλήματα που αντιμετωπίζετε σήμερα εσείς, οι Έλληνες. Ακόμη και αν αναλάμβανε αύριο την εξουσία μια αριστερή κυβέρνηση, δεν είμαι σίγουρος ότι θα μπορούσε να εγκαταλείψει το ευρώ τόσο εύκολα. Η Ελλάδα έμεινε για πολλά χρόνια εγκλωβισμένη σε μια δομή που δεν οικοδόμησε η ίδια. Και σε ορισμένες περιπτώσεις είναι εξαιρετικά δύσκολο να ανακτήσεις αυτό που χάθηκε. Έχουμε όμως και θετικά παραδείγματα, όπως η επανεθνικοποίηση του συνταξιοδοτικού συστήματος από την κυβέρνηση Φερνάντες.
* Καλύψατε πρόσφατα την κατάληψη της Πουέρτα δελ Σολ στη Μαδρίτη. Βρήκατε εκεί κάποια κοινά στοιχεία με τις συνελεύσεις του "αργεντινάτσο" και πώς βλέπετε το ντόμινο των κινητοποιήσεων που πυροδότησε διεθνώς η εξέγερση στη πλατεία Ταχρίρ του Καΐρου;
Αναμφισβήτητα υπάρχει μια μεταδοτικότητα. Οι μεγάλες ανατροπές και αλλαγές σε μια χώρα μπορούν να ξεκινήσουν κάτι ευρύτερο. Δεν πρόκειται όμως για ευθύγραμμη διαδικασία, αφού κάθε χώρα έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες. Στην Μαδρίτη, μου έκανε εντύπωση το γεγονός ότι κάποια συνθήματα ήταν ακριβώς ίδια με τα δικά μας, ενώ υπήρχε και η ίδια οργή για τις τράπεζες και την ανεργία. Πρέπει όμως να αποφεύγουμε τις απομιμήσεις, να αξιοποιούμε τις εμπειρίες των άλλων, αλλά να μην τις αντιγράφουμε. Για παράδειγμα, όλοι στην Λατινική Αμερική θαυμάζουν την κουβανική επανάσταση, αλλά κανείς σήμερα δεν θα ήθελε να την επαναλάβει με τους ίδιους όρους. Κανείς δεν υποστηρίζει σήμερα ένα μονοκομματικό σύστημα. Έχουμε τραυματική εμπειρία από τις δικτατορίες και μόνο ένας τρελός θα μιλούσε απαξιωτικά για τη δημοκρατία. Γι' αυτό και στη Βενεζουέλα ο Τσάβες αντιμάχεται τα αστικά κόμματα μόνο με πολιτικά μέσα. Όλα αυτά δεν σημαίνουν βέβαια ότι δεν πρέπει να επαναξιολογήσουμε το περιεχόμενο του όρου "δημοκρατία".
θα ενωθούμε ποτέ; |
Ποιος, ποιον και πώς;
Κι οι πιο ανυποψίαστοι συνειδητοποιούν-συχνά με τρόμο-κάτι ακόμη: Η κοινωνική σύγκρουση, στο φόντο αυτής της κρίσης και των προσπαθειών εξόδου από αυτήν, θα είναι αντίστοιχης ποιότητας και βάθους και για να λέμε τα πράγματα με το όνομα τους, θα είναι εξαιρετικά βίαιη.
Να αγωνιστούμε λοιπόν. Αντίσταση, ανατροπή αυτής της πορείας. Δεν έχει κάνει και λίγα η κοινωνία. Σε παλιότερες εποχές θα είχαν πέσει όχι μία αλλά δέκα κυβερνήσεις. Υπάρχει όμως ένα πραγματικό τείχος απέναντι στο λαό.
Η συσπείρωση του αστικού κόσμου, με πολιτική έκφραση τη συγκυβέρνηση ΠΑΣΟΚ-ΝΔ-ΛΑΟΣ, ορθώνεται απέναντι μας ολοκάθαρα. Η αντικατάσταση του Παπανδρέου έστειλε διπλό μήνυμα: Το ΠΑΣΟΚ μόνο του δεν μπορούσε απέναντι στη λαϊκή οργή. Από την άλλη όμως, αυτή η σπουδή για τόσο γρήγορη επιστράτευση και έκθεση των εφεδρειών, αποτελεί ταυτόχρονα και μέτρο της σφοδρότητας της επίθεσης που ετοιμάζεται. Θα ‘’μοιραστεί παιχνίδι’’ τώρα. Έτσι βλέπουμε το ΠΑΣΟΚ να θέτει το ζήτημα της νέας μείωσης των επικουρικών, τον Σαμαρά να ζητά εδώ και τώρα μείωση εργοδοτικών εισφορών και το ΛΑΟΣ να απαιτεί εκλογές του αγίου …ποτέ και ολιγαρχική κυβέρνηση.
Δεν πρόκειται ούτε να μείνουν, αλλά ούτε να πέσουν με συνηθισμένο τρόπο. Χρειάζεται άλλου τύπου αγώνας και οπωσδήποτε μια μεγάλη ένωση δυνάμεων του λαού, ένα αποφασισμένο μέτωπο.
Όλοι μιλάνε για ένα κάποιο μέτωπο. Ποιο να διαλέξουμε και με τι κριτήρια; αντιμνημονιακό, εθνικό-πατριωτικό, αριστερό, αντικαπιταλιστικό; Μήπως λίγο από όλα; Τι είναι τώρα όλη αυτή η παρέλαση; Απλά η επιβεβαίωση της γνωστής σαρακοτυραννίας του να θεωρεί κάθε πολιτική δύναμη ή προσωπικότητα της αριστεράς πως είναι το κέντρο του κόσμου και η πηγή της αλήθειας;
Ας το σκαλίσουμε λίγο ακόμη, πριν αρχίσουμε τα εύκολα αναθέματα.
Μπροστά σε μια κοινωνική και πολιτική διαπάλη που απειλεί να καταβυθίσει ολόκληρη την κοινωνία, οφείλουμε με σαφήνεια να αναζητήσουμε απαντήσεις στα ερωτήματα
Ποιος;
Ποιον;
Πώς;
Φαίνεται κοινότυπο; Αν όμως σε κάποιους αριστερούς ή κομμουνιστές πάει ο νους στο γνωστό ‘’ποιος/ποιoν’’ που είναι το κλασσικό ερώτημα μιας επαναστατικής κατάστασης, διευκρινίζουμε πως δεν έχουμε την εκτίμηση ότι είμαστε σε τέτοια περίοδο. Τουλάχιστον με τον κλασσικό τρόπο. Θα διαβούμε ένα σημαντικό διάστημα όπου οι νίκες αλλά και οι ήττες θα έχουν προσωρινό και όχι οριστικό χαρακτήρα.
Αναφερόμαστε στη μεθοδολογία που πρέπει να χρησιμοποιήσουμε στην προσπάθεια για την ανάταξη του εργατικού και λαϊκού κινήματος και με στόχο την ανατροπή του επιχειρούμενου κοινωνικού κανιβαλισμού.
Θα ξεκινήσουμε σκόπιμα από το δεύτερο ερώτημα.
Ποιον λοιπόν, έχουμε απέναντι μας;
New Fashion γερμανοτσολιάδες |
Ο Λοβέρδος ή τα μεταμοντέρνα κοστούμια των μελανοχιτώνων
Αυτό που διαφεύγει από τις διάφορες αναλύσεις της αριστεράς που κάνουν λόγο -κι ορθά- για πολιτική κρίση ή κρίση εκπροσώπησης είναι πως αυτή δεν αφορά αφηρημένα το λαό και το πολιτικό σύστημα, αλλά διαπερνά αντιφατικά όλες τις κοινωνικές τάξεις. Συνεπώς και η αστική τάξη θεωρεί «πολύ λίγα» τα κόμματα της και αναζητεί επομένως -τουλάχιστον το ηγεμονικό της τμήμα- νέες οργανωτικές εκφράσεις της κυριαρχίας της, με όποιο τρόπο κι αν αυτές προέλθουν. Ταυτόχρονα,κι αυτό μας ενδιαφέρει εδώ, αναζητείται και μια νέα ιδεολογική συγκρότηση του μπλοκ εξουσίας, ουσιαστικά μια νέα εκδοχή κυρίαρχης ιδεολογίας που θα αντικαταστήσει τη χρεοκοπημένη των τελευταίων δεκαετιών της λεγόμενης μεταπολίτευσης.
Οι ιδεολογικές διαστάσεις του κράτους έκτακτης ανάγκης…
Έχουμε υποστηρίξει πολλές φορές πως δε νοείται συστημική κρίση που αφήνει αλώβητο το πολιτικό σύστημα και πως αν το περιεχόμενο της κρίσης είναι η αλλαγή των σχέσεων ανάμεσα στις τάξεις, τότε είναι «αναπόφευκτη» η αλλαγή αυτή να παράγει νέες μορφές κράτους και αντίστοιχες μετατοπίσεις στο ιδεολογικό πεδίο.
Πολλοί φαντάζονται πως η όξυνση του αυταρχισμού σημαίνει μόνο αυτό που βιώνουμε ήδη εμπειρικά, περισσότερη καταστολή κι αύξηση της κρατικής τρομοκρατίας. Δεν πρέπει όμως να θεωρούμε πως το κράτος στηρίζεται μόνο στην καταστολή, επειδή έχει απωλέσει τη συναίνεση των κοινωνικών στρωμάτων που πριν την κρίση, στήριζαν ανεπιφύλακτα κάθε επιλογή της άρχουσας τάξης. Αντίθετα, ακόμα και σε τέτοιες περιόδους, η απόσπαση συναίνεσης μέσω της ιδεολογίας είναι απαραίτητος όρος της καταστολής. Όχι μόνο επειδή νομιμοποιεί κι άρα υπερασπίζεται ιδεολογικά την αστυνομική βία, αλλά γιατί σε συνθήκες κρίσης η ανασύσταση του μπλοκ εξουσίας μπορεί να γίνει μόνο στη βάση της «πυγμής και της τάξης» κι από αυτή την άποψη η καταστολή είναι και ιδεολογία.
Το κάλεσμα του μεγάλου κεφαλαίου προς τα απομεινάρια της μεσαίας τάξης, αλλά και των ξεπεσμένων μικροαστών είναι για έναν αγώνα μέχρις εσχάτων για την «πατρίδα». Όχι όμως ακριβώς για να σωθεί από τη χρεοκοπία, αλλά για να εξαλειφθούν «τα κακώς κείμενα, οι πορείες, οι τεμπέληδες συνδικαλιστές που απεργούν, η ιδεολογική ηγεμονία της αριστεράς, οι μετανάστες». Δεν είναι τυχαίο που οι εξωκοινοβουλευτικοί «διανοούμενοι» της αστικής τάξης -καθηγητές πανεπιστημίων, μεγαλοδημοσιογράφοι-, ανεξάρτητα από τις διαφορές ύφους τους συγκλίνουν στο εξής: «πόσο χάλια είναι η χώρα από τη μεταπολίτευση και μετά, χρειαζόμαστε πολιτικούς και κράτος όπως εκείνο πριν τη μεταπολίτευση (δηλαδή το μετεμφυλιακό κράτος ή το χουντικό;)
Όλοι αυτοί εκφράζουν ακριβώς την οργή απέναντι σε ένα πολιτικό σύστημα που είναι αργοκίνητο κι αναποτελεσματικό και την απαίτηση να αναδιαρθρωθεί πάραυτα γιατί ακριβώς διαμεσολαβείται και πρέπει ακόμα να λαμβάνει υπόψη του, τους κοινωνικούς συσχετισμούς, τις χρονοβόρες κοινοβουλευτικές διαδικασίες, το ίδιο το αστικό σύνταγμα, παράγοντες που από όλο και περισσότερα αστικά επιτελεία θεωρούνται περιττές πολυτέλειες εν μέσω δομικής κρίσης. Αντίστοιχα θεωρούν πως πλησιάζει η ώρα για μια αποφασιστική αναμέτρηση με την αριστερά ή ό,τι ορίζουν ως τέτοια δηλαδή και τα κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα, εξού και η συχνή εμφυλιοπολεμική ρητορεία.
Ο στόχος αυτής της στρατηγικής είναι διττός: συσπείρωση του συνόλου της αστικής τάξης υπό την ηγεμονία της μαύρης πρωτοπορίας της από τη μια, κοινωνικές συμμαχίες με το πιο καθυστερημένο και συντηρητικό κομμάτι της κοινωνίας από την άλλη.
Εξάλλου η κρίση φέρνει στην επιφάνεια με πιο κρυστάλλινο τρόπο, στοιχεία που υπήρχαν και την περίοδο της «ανάπτυξης». Οι ακροδεξιοί του Λαός έγιναν υπουργοί, αφού πρώτα αναβαπτίστηκαν στο τηλεοπτικό πλυντήριο των μεσημεριανάδικων, αλλά και των «σοβαρών παρουσιαστών». Οι μπάτσοι τσακίζουν ό,τι κινείται και η ιδεολογία της αστυνομίας τείνει να γίνει η επίσημη κρατική ιδεολογία επειδή όλα τα προηγούμενα χρόνια είχαν πλήρη κάλυψη -όπως και το παρακράτος- στον αγώνα τους ενάντια στις συνειδητές μειοψηφίες. Απλά στην κρίση η εξαίρεση από την αστική νομιμότητα γίνεται ο κανόνας και άρα η νέα νομιμότητα, η οποία έχει ανάγκη και μιας νέας ιδεολογικής αφήγησης.
…και ο «αγανακτισμένος» Λοβέρδος.
Σε αυτό το πλαίσιο που η ολοκλήρωσή του βρίσκεται σε εξέλιξη και που σκιαγραφήσαμε σχηματικά τις παραμέτρους του, οφείλουμε να εντάξουμε τις κατά καιρούς δηλώσεις – παρεμβάσεις του Λοβέρδου. Στην προσπάθεια του δηλαδή να βρει τη θέση του στή νέα κοινωνική ισορροπία, εκφράζοντας αφενός την κυρίαρχη μερίδα του κεφαλαίου που έχει αποφασίσει να τελειώνει με «την κουλτούρα της μεταπολίτευσης», αφετέρου να ενσωματώσει στο λόγο του τη νέα ιδεολογική αφήγηση της κρίσης.
Στην αρχή της πολιτικής του καριέρας είχε ως πολιτικό κεφάλαιο, ως αξία της εικόνας του, τον τίτλο του καθηγητή, του ειδικού, του μέγα συνταγματολόγου. Σε αυτό έμοιαζε με το Βενιζέλο που αν και τον ακολούθησε το 2007 απέναντι στον ΓΑΠ, έπειτα οι ηγεμονικές του φιλοδοξίες τον έφεραν να διεκδικεί την ηγεσία του Πασοκ ή καλύτερα τα απομεινάρια του.
Καθώς όμως το παρόν της κρίσης ορίζει το τέλος εποχής, ο «καθηγητής» πολιτεύεται πια ως ο ιδεολογικός εκφραστής του βαθέος κράτους, του αστικού καθεστώτος και αναπαράγει είτε τα πιο χυδαία ρατσιστικά ιδεολογήματα, είτε αυτούσια την ιδεολογία των σωμάτων ασφαλείας ως επίσημη ιδεολογία της αστικής δημοκρατίας.
Αν αναλύσουμε τις δηλώσεις του, θα δούμε πως φέρουν τη διττή όψη της αστικής στρατηγικής: υπερασπιζεται μέχρις εσχάτων τα πολιτικά δικαίωματα του κεφαλαίου (στήριξη σε μνημόνιο, παράταση της κυβέρνησης Παπαδήμου, ηγετικό στέλεχος σε καίρια πόστα) από τη μια, προπαγανδίζει την πιο αντιδραστική εκδοχή της κυρίαρχης ιδεολογίας, συσπειρώνοντας προς όφελος των αστών την ανθρώπινη σκόνη, με έναν ιδιότυπο άρωμα μεταμοντέρνου ναζισμού από την άλλη. Ουσιαστικά το να υπερασπιστεί το δικαίωμα του κεφαλαίου σημαίνει αναπόφευκτα, να αφαιρέσει δικαιώματα από τους υπόλοιπους “πολίτες”, και να τα στερήσει ολοκληρωτικά από τους απόκληρους, το βυθό της κοινωνίας.
Ας δούμε πιο συγκεκριμένα κάποιες δηλώσεις: «είναι ανάγκη να απελαθούν οι ιερόδουλες φορείς του AIDS, προκειμένου να πάψουν να συνιστούν απειλή για την ελληνική οικογένεια», επειδή ο ιός μεταδίδεται «από την παράνομη μετανάστρια στον Έλληνα πελάτη, στην ελληνική οικογένεια».
Η δήλωση συνοψίζει πραγματικά: το ναζιστικής υφής ρατσισμό -οι αλλοδαπές μολύνουν την ελληνική οικογένεια-, το φόβο, την ενοχοποίηση του θύματος, αθώωση του «πελάτη». Νομιμοποιεί ουσιαστικά τις συνθήκες δουλείας και τρομοκρατίας που χαρακτηρίζουν τη σύγχρονη πορνεία (trafficking), τις ανήλικες εκδιδόμενες, τη μαφία και τον υπόκοσμο που ελέγχουν την μπίζνα, γιατί αυτό που αξιολογεί ο Λοβέρδος ως σημαντικό είναι να φύγουν αυτές που μολύνουν την ελληνική οικογένεια. Χαιρετισμούς και προς το κεφάλαιο (ακόμα κι αν είναι παράνομο, θα ξεπλυθεί σε καμιά περίεργη τράπεζα που θα σώνει το δημόσιο) και προς το ρατσιστικό κατακάθι.
Το ίδιο και όταν δήλωνε πως οι μετανάστες φταίνε για τα ελλείμματα νοσοκομείων και ταμείων, ένα συνειδητό ψέμα. Οι φαρμακοβιομηχανίες που μέσω από ένα δίκτυο εξαγοράς έκαναν πάρτι με την υψηλή συνταγογράφηση και έβγαζαν κέρδη σε βάρος των ταμείων έγιναν δια στόματος υπουργού «παράνομοι μετανάστες». Στην Υπατία κινδυνολογούσε για τη δημόσια υγεία κι εγκαλούσε τον Παπουτσή για χαλαρή στάση.
Με την επίθεση του στους δημόσιους υπαλλήλους, από το βήμα της Βουλής «το 1 εκ. υπαλλήλους που ταλαιπωρούν τα 10 εκ. Πολιτών» έθεσε και θέμα αμφισβήτησης του συντάγματος «Στην πρώτη γραμμή υπέρ της γραφειοκρατίας είναι το Σύνταγμα, εκεί στηρίχθηκε η νομολογία και η διοίκηση» ως αναχώματος που εμποδίζει την αποτελεσματική διοίκηση του κράτους .
Εκεί που έδωσε ρέστα ήταν σε ένα ρεσιτάλ μετεμφυλιακού μίσους, που ούτε το Λαός δεν είχε δώσει μέσα στη Βουλή. «Σας θυμίζω τον τραγικό θάνατο των τριών προσώπων στην MARFIN. Σας θυμίζω ότι με το που πέθαναν αυτοί οι άνθρωποι, σαν να μην ήταν άνθρωποι, επειδή δεν ανήκαν στην Αριστερά, το θέμα ξεπετάχτηκε σε δέκα λεπτά, ή άντε σε ένα βραδινό δελτίο ή στις κηδείες τους. Διότι στην μεταπολιτευτική Ελλάδα, η αξία της ζωής είναι μόνον εάν είσαι αριστερός. Αν δεν είσαι αριστερός, σε πεθαίνουν σε δύο ημέρες».
Με λίγα λόγια το λόγο του υπουργού υγείας συνθέτουν ο ανοικτός εκλογικευμένος ρατσισμός, το μίσος για την αριστερά και τις ιδέες της, η εχθρότητα ακόμα και με το στοιχειώδη ανθρωπισμό. Το κλείσιμο των μονάδων απεξάρτησης ή η υποχρηματοδότηση τους, όταν μάλιστα σαρώνουν τα συνθετικά ναρκωτικά, που είναι ουσιαστικά μέσο άμεσης εξόντωσης των πραγματικών απόκληρων, δείχνει ακριβώς αυτόν τον ωμό αντιανθρωπισμό που πλασάρεται ως υπεύθυνη και μη λαϊκίστικη στάση. Όλα αυτά συνδυάζονται με μια αντίληψη καθαρά εργαλειακή για την αστική νομιμότητα που δε δέχεται κανένα όριο στην υπεράσπιση του αστικού κράτους και του κεφαλαίου.
Ο Λοβέρδος απολαμβάνει την εμπιστοσύνη των καθεστωτικών μέσων -πρόσβαση στο θέαμα-, της τρόικας και της εγχώριας αστικής τάξης, δεν θεωρείται γραφικός, αλλά έχει κεντρικό ρόλο στο πολιτικό σκηνικό. Για την αριστερά που θεωρούσε το λόγο αυτό γραφικό, όταν εκπορευόταν από τον Καρατζαφύρερ και τους λοιπούς, είναι τώρα δύσκολο να κρυφτεί πίσω από το άλλοθι της γραφικότητας.
Να κάνουμε μια μικρή επισήμανση εδώ. Η περίπτωση Λοβέρδου δεν αποτελεί παρά σύμπτωμα της εποχής και της συγκυρίας, ένα συγκεκριμένο πεδίο ανάλυσης. Η πολιτική του φυσιογνωμία μοιάζει να συμπυκνώνει τον ιδιότυπο του πολιτικού ενός κράτους έκτακτης ανάγκης. Δε θέλει να είναι από αυτήν την άποψη Πασόκ, άσχετα αν μπορεί να διεκδικήσει το πτώμα του. Είναι και ΝΔ και Λαός και για αυτό δεν είναι τίποτα από όλα αυτά, αλλά φιλοδοξεί να γίνει μέλος του κόμματος του Νόμου και της Τάξης. Γι’ αυτό κι όλες οι δηλώσεις και οι θέσεις του ταυτίζονται με το πιο αποφασισμένο τμήμα της αστικής τάξης. Δεν έχουμε η παραμικρή αυταπάτη για το εύρος της σημασίας των προσώπων και των ατομικών τους στρατηγικών, αυταπάτη που προφανώς έχουν οι ματαιόδοξοι αστοί πολιτικοί που νομίζουν πως κινούν την ιστορία. Από αυτήν την άποψη εντός του αστικού μπλοκ εξουσίας δεν υπάρχουν καλύτεροι ή χειρότεροι πολιτικοί κι άλλες τέτοιες ηθικολογίες, αλλά εκφραστές διαφορετικών μερίδων και στρατηγικών-τακτικών. Το σίγουρο είναι πως το εκάστοτε μπλοκ εξουσίας δεν είναι ενιαίο αλλά έχει αντιφάσεις, αντιφάσεις που ακριβώς ξεσπούν σε περιόδους κρίσης και παίρνουν τη μορφή ιδεολογικών και πολιτικών συγκρούσεων που επαναχαράζουν τα όρια των πολιτικών σχηματισμών.
Από αυτή την άποψη ο σοβαρός αστός πολιτικός, ο τεχνοκράτης προβάλλεται ως πουλέν επειδή ακριβώς ταυτίζεται με την ακροδεξιά που ηγεμονεύει σε ζητήματα τάξης και νόμου. Ας μη θλίβονται οι «απανταχού πατριώτες» από τη φθορά του Λαός στις δημοσκοπήσεις (εξάλλου αυτές έχουν νόημα όταν θα γίνουν εκλογές), ο νέας κοπής μελανοχιτωνισμός ενσωματώνει σε νόμους και πρόσωπα τη ρητορική του.
Φυσικά η αστική τάξη έχει αναλώσιμο πολιτικό προσωπικό και η πραγματικότητα της κρίσης και η ιστορία σαρώνει τις προσωπικές φιλοδοξίες των αστών πολιτικών, στέλνοντας τους στα αζήτητα. Από αυτή την άποψη ο κάθε Λοβέρδος έχει τρέχουσα αξία που ανεβοκατεβαίνει στο χρηματιστήριο της πολιτικής, ανάλογα με συμφέροντα και επιδιώξεις, τα οποία υπερβαίνουν -σε ένα βαθμό- τα πρόσωπα που τα εκφράζουν πολιτικά.
Τίποτα στον ορίζοντα δε δείχνει πώς οι επόμενοι μήνες θα επιφέρουν την παραμικρή σταθερότητα σε τοπικό ή παγκόσμιο επίπεδο. Η αναμενόμενη αποτυχία του Παπαδήμου θα οξύνει περισσότερο τις εσωτερικές αντιφάσεις του μπλοκ εξουσίας και όλα τα ενδεχόμενα θα τεθούν ξανά: από τις εκλογές και νέο σχήμα εξουσίας με κορμό τη ΝΔ, μεχρι νέες κυβερνήσεις τύπου Παπαδήμου ή άλλες εξωκοινοβουλευτικές λύσεις. Η ανασύνθεση του πολιτικού συστήματος και η δημιουργία ενός νέου αστικού κόμματος και γενικότερα κάθε τέτοια απόπειρα θα δοκιμάζεται από τη δυναμική της κρίσης σε διεθνές κι εθνικό επίπεδο, δηλαδή σε τελευταία ανάλυση από τη δυναμική της πάλης των τάξεων.
Ας μην ξεχνάμε πως όταν οι μάζες κάνουν την ιστορία, σε σπάνιες όμως στιγμές της, τότε η καμαρίλα και οι επιδιώξεις των αστών πολιτικών σαρώνονται από ένα επαναστατικό κύμα που αναμετριέται με το σύστημα και τον απάνθρωπο πολιτισμό του, από μια έφοδο στον ουρανό που συνηγορεί τελικά για όλη την ανθρωπότητα.
τα ελικόπτερα δεν πετάνε πια ! |
Αργεντινή: Ο αγώνας τώρα δικαιώνεται;
Mon, 2011-12-26 09:19
Επειδή η εθνική ανάπτυξη της Αργεντινής προχωράει με ρυθμούς 8% περίπου ετησίως, επειδή τα νούμερα ευημερούν, επειδή ο νεοφιλελευθερισμός, η παγκοσμιοποίηση και το χρηματιστικό κεφάλαιο φαίνονται να έχουν ηττηθεί κατά κράτος και από το κράτος, επειδή πολλά δημοκρατικά μέτρα λαμβάνονται συνεχώς (εθνικοποιήσεις, μέσα ενημέρωσης) αξίζει να μελετήσουμε ορισμένες ουσιαστικές λεπτομέρειες.
Δεν χρειάζεται να επαναλάβουμε τα γεγονότα του 2001 και την απίστευτη καταστολή με τους τριάντα νεκρούς, όμως ας διευκρινιστεί ότι δεν ήταν εξέγερση όσων «δεν έχουν να χάσουν τίποτα παρά μόνο τις αλυσίδες τους». Αυτοί, οι κολασμένοι, ήταν ήδη στους δρόμους. Ήταν στα μπλόκα των εθνικών οδών, ήταν οι λεγόμενοι «πικετέρος» και άπασες οι υπόλοιπες κοινωνικές τάξεις τους έβριζαν. Στις 19-20 Δεκέμβρη ενώθηκαν με τους καταραμένους όσοι έχασαν τις καταθέσεις τους στις τράπεζες και όσοι έχαναν τους μισθούς τους με τη γενική απαίτηση «κάτω όλοι» και «τα λεφτά μας πίσω» (μάλιστα τα ζητούσαν σε δολάρια και όχι σε υποτιμημένα πέσος).
Δυστυχώς, λόγω των θυμάτων, η νίκη της εξέγερσης ήρθε με σύγκρουση, με οδοφράγματα, οι εξεγερμένοι πέρασαν πάνω από τρεις σειρές κάγκελα, πέρασαν έφιππους και μη αστυνομικούς, μπήκαν στο προεδρικό μέγαρο, «κατέλυσαν το κράτος» και «αμαύρωσαν τις διαδηλώσεις». Φυσικά έσπασαν και πολλά τζάμια.
Μετά; Τι έγινε στην οικονομία και τι στην πολιτική; Στην οικονομία άλλοι έχασαν και άλλοι κέρδισαν. Έχασαν τις καταθέσεις τους πολλοί μικροκαταθέτες, συνταξιούχοι μιας καλύτερης εποχής. Ακόμα εκκρεμούν δεκάδες χιλιάδες δίκες κατά των τραπεζών από καταθέτες. Έγινε διάσημος τις μέρες εκείνες ο συνταξιούχος Norberto Roglich που κατάφερε να πάρει 22.000 δολάρια μιας προθεσμιακής του κατάθεσης. Χώθηκε στα γραφεία της τράπεζας και απείλησε να ρίξει χειροβομβίδα! Οι άλλοι τα έπαιρναν λίγα-λίγα ή καθόλου, και η πρώτη ισοτιμία του νομίσματος ήταν 1,4 πέσος προς ένα δολάριο, μια υποτίμηση 40%. (Σήμερα 1 δολάριο ισοδυναμεί με 4 πέσος).
Κέρδισαν όσοι είχαν χρέη σε δολάρια και κατάφεραν να τα πληρώσουν σε πέσος, όπως για παράδειγμα μια μικροεπιχειρηματίας που είχε ένα δάνειο 40.000 δολαρίων που τελικά το αποπλήρωσε με 6.000 δολάρια που είχε στην τσέπη της τη μέρα της υποτίμησης.
Στην πολιτική, -αφού έπεσαν άλλοι 4 πρόεδροι (δεν είναι λάθος, έπεσαν άλλοι ΤΕΣΣΕΡΙΣ πρόεδροι)- έγινε εθνοσυνέλευση που κατέληξε σε προσωρινό πρόεδρο, τον Ντουάλδε. Όλο το 2002 ο κόσμος ήταν στους δρόμους και δημιουργήθηκε ένα τρομερό μαζικό κίνημα με πολλές και ποικίλες εμπειρίες. Η μεγάλη καταστολή στη γέφυρα Πουεϊρεδόν, με τους δύο νεκρούς, τον Μάξι και τον Νταρίο όπως έμειναν στην ιστορία με τα μικρά τους ονόματα, έφερε σημαντικές αλλαγές, υποχώρηση και νέα ριζοσπαστικοποίηση, έκλεισε έναν κύκλο κι άνοιξε άλλον.
Στο κίνημα συγκλίνουν τρία ρεύματα, αυτό της αριστεράς με μαρξιστική παράδοση, το εθνικό πατριωτικό ρεύμα του επίσης παραδοσιακού «περονισμού» και τέλος όσοι αυτοπροσδιορίζονται με τον όρο «αυτονομία», όπου εντάσσονται όχι αποκλειστικά αναρχικές τάσεις αλλά κάθε λογής πειράματα αυτοοργάνωσης που δεν συναρτώνται με γενικούς πολιτικούς στόχους παρά μόνο ντε φάκτο. Ωστόσο τα τρία ρεύματα δεν είναι ανταγωνιστικά, δεν υπάρχουν καν στεγανά μεταξύ τους και οι συγκλίσεις ή μετατοπίσεις που συμβαίνουν είναι εντυπωσιακές.
Ποια είναι η συνέχεια τα επόμενα 8-9 χρόνια που κυβερνάει ο «Κιρτσνερισμός», δηλαδή η τάση που εκφράζει ο Νέστωρ Κίρτσνερ (που πέθανε) και η γυναίκα του Χριστίνα Φερνάντες;
Οικονομικά συνθήματα της Αριστεράς γίνονται πράξη από μια καπιταλιστική οικονομία. Παράδοξο κι όμως αληθινό. Να που γίνονται κρατικοποιήσεις και αυτοδύναμη εθνική ανάπτυξη παρόλο τον ιμπεριαλισμό, «τελευταίο στάδιο κλπ», παρόλη την παγκοσμοποίηση, τις διεθνείς πιέσεις και τη «χρηματοπιστωτική σφαίρα». Η ανεργία μειώνεται δραστικά, οι μισθοί ανεβαίνουν, οι κρατικές παροχές βελτιώνονται, τα ταμεία συντάξεων επανακρατικοποιούνται, ο «Εθνικός αερομεταφορέας» το ίδιο (τις Aerolineas Argentinas είχε αγοράσει η ισπανική Marsans). Η ατμομηχανή της ανάπτυξης είναι ο πρωτογενής τομέας και κυρίως η σόγια. Με τις τιμές της σόγιας στα ύψη (και άλλων πρώτων υλών, όπως μεταλλεύματα), αρχίζει ένας νέος διαφορετικός κύκλος συσσώρευσης και τεράστιες περιουσίες δημιουργούνται. Οι «βαρόνοι της σόγιας» φέρνουν εθνική υπερηφάνεια στην Αργεντινή, αφθονία δολαρίων, απαλλαγή από την «εξάρτηση», το ΔΝΤ και άλλα φαντάσματα. Με την εθνική υπερηφάνεια, τις νέες θέσεις εργασίας και την βελτίωση των εσόδων τους, οι «από κάτω» δεν σκοτίζονται ιδιαίτερα για την καταστροφή της υπαίθρου και των ανθρώπων της από τη μονοκαλλιέργεια και τα φυτοφάρμακα, ούτε για την απίστευτη άνοδο της τιμής ορισμένων τροφίμων, όπως λ.χ. του κρέατος, παραδοσιακά φτηνό στην κτηνοτροφική Αργεντινή. Και οι αγωνιστές που έβλεπαν την εθνική οικονομική ανάπτυξη ως δρόμο προς την κοινωνική δικαιοσύνη, στέκουν τώρα αμήχανοι.
Όταν το 2009 η Χριστίνα Φερνάντες προσπάθησε να βάλει μεγαλύτερο φόρο στις εξαγωγές σόγιας, οι παραγωγοί εξεγέρθηκαν. Μια πολύ αστεία φωτογραφία έκανε το γύρο του κόσμου, όπου μια μεσόκοπη καλοντυμένη κυρία διαδηλώνει κρατώντας αγκαζέ την υπηρέτριά της, που φοράει ποδιά υπηρέτριας και χτυπάει την κατσαρόλα αντί για την κυρία. Μετά τη σύγκρουση με τους παραγωγούς η Χριστίνα έβαλε στο τσεπάκι της άλλο ένα 10-20% των ψήφων. Κι αν προσθέσουμε την πολιτική για διώξεις και καταδίκη των βασανιστών και των ενόχων της δικτατορίας, έχουμε τη σαρωτική κυριαρχία του «Κιρτσνερισμού» στην κεντρική πολιτική σκηνή. Η ακαταπόνητη Εμπέ δε Μποναφίνι, ιστορική μορφή των Μητέρων της Πλατείας του Μαΐου, είναι πλέον με την κυβέρνηση. Ο Κιρτσνερισμός συσπείρωσε όλο το εθνικοπατριωτικό ρεύμα, εξουδετέρωσε την κλασική Αριστερά και επιχειρεί (αποτελεσματικά πολλές φορές) να εξαγοράσει το ρεύμα της αυτονομίας και της αυτοοργάνωσης με παροχές και υποσχέσεις. «Σε ξένο άλογο αν ανεβείς, γρήγορα θα κατεβείς» και η Αριστερά που εκ των πραγμάτων ταυτίστηκε με το έθνος-κράτος τώρα μπορεί μόνο να λέει «ναι μεν αλλά» και «υπό άλλους όρους και προϋποθέσεις…», καταδικασμένη στην αναξιοπιστία.
Κοινωνική ανισότητα
Εκμετάλλευση MADE IN ARGENTINA
Κέρδος οι λαϊκές συνελεύσεις και οι καταλήψεις εργοστασίων
Αυτές τις μέρες συζητιέται ένα νομοσχέδιο που βάζει περιορισμούς στην αγορά γης από μη Αργεντινούς. Η Silvia Lilian Ferro, ειδικός στο ζήτημα, λέει: “Στη συζήτηση για τη συγκέντρωση γης και τον εκδημοκρατισμό της γαιοκτησίας θα έπρεπε να περιληφθεί διάταξη που να περιορίζει την έκταση που μπορούν ν' αγοράσουν ιδιώτες συμπατριώτες μας, (...) είναι ο μόνος τρόπος να μπει φρένο στη συγκέντρωση της γης που είναι σχεδόν εξ ολοκλήρου “Made in Argentina”. Σήμερα πολλοί διαπιστώνουν ότι η κοινωνική ανισότητα δεν ήταν επιβαλλόμενη από το ΔΝΤ και το εξωτερικό χρέος, αλλά η εκμετάλλευση λειτουργεί και χωρίς ξένους. Το ποσοστό των μισθών στο Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν το 1993 ήταν στο 44%, έπεσε στο 26% το 2003. Σήμερα ανέβηκε αλλά δεν ξεπερνά το 40%. Ο τίτλος οικονομικής έκθεσης λέει: «Οι μισθωτοί χάνουν έδαφος στην συγκομιδή του πλούτου», για να μην επεκταθούμε στα προβλήματα εξαθλίωσης ιθαγενικών και αγροτικών πληθυσμών, την καταστροφή ανθρώπων στις παραγκογειτονιές και άλλα παρεπόμενα της εθνικής ανάπτυξης.
Τα δύο πιο σημαντικά οφέλη της εξέγερσης, είναι οι λαϊκές συνελεύσεις και τα επανοικειοπημένα εργοστάσια που σήμερα είναι 280.
Οι λαϊκές συνελεύσεις γειτονιάς, αμεσοδημοκρατική, αδιαμεσολάβητη κινηματική διαδικασία που γεννήθηκε το 2001, μπορεί να μην έφεραν τη μεγάλη ανατροπή όμως αναπτύχθηκαν κοινωνικοί δεσμοί και κινητικότητα που γέννησαν δεκάδες χιλιάδες οργανώσεις που έλυσαν προβλήματα διαβίωσης, επικοινωνίας, μάθησης, κουλτούρας και εξέφρασαν τη νέα ριζοσπαστικοποίηση της νεολαίας και των καταπιεσμένων με αληθινά αποτελέσματα και μεγάλη διάρκεια.
Σπουδαιότερο όφελος αποτελεί η εμπειρία της κατάληψης εργοστασίων που έκλειναν από τους εργάτες και η επαναλειτουργία τους χωρίς αφεντικό. Η κατάληψη, η οργάνωση παραγωγής και διακίνησης, οι σχέσεις με την αγορά και άλλα θέματα προσφέρουν πολλά στη συζήτηση για μια άλλη, μη καπιταλιστική κοινωνία. Σε ένα ρεπορτάζ μιας εφημερίδας του κινήματος, οι εργάτες σ’ ένα εργοστάσιο υποστηρίζουν ότι πέτυχαν επειδή εξάλειψαν το «κόστος του αφεντικού», όπως ακριβώς τα αφεντικά προσπαθούν να μειώσουν το «εργατικό κόστος». Το λογοπαίγνιο «κόστος αφεντικού» δεν περιγράφει μόνο τα προσωπικά έσοδα του ιδιοκτήτη αλλά όλο το κόστος του μηχανισμού μετατροπής του υπερπροϊόντος σε κεφάλαιο και της αναπαραγωγής του. Επιπλέον απέδειξαν ότι μια μονάδα παραγωγής μπορεί να λειτουργεί με συνελεύσεις καταργώντας την ιεραρχική δομή. Ασχέτως αν κερδίζουν λίγα ή πολλά, νιώθουν καλύτερα στο χώρο δουλειάς όταν δεν είναι υποχρεωμένοι να υπακούν σε διαταγές. (στοιχεία συνεντεύξεων της συλλογικότητας Lavaca).
Όλη αυτή η κινητικότητα δεν είναι εύκολο να κατασταλεί ούτε να ενσωματωθεί. (εφημερίδα ΠΡΙΝ 24/12/11)
.: Αρχεία blog :.
- Ιουλίου (1)
- Μαΐου (2)
- Οκτωβρίου (1)
- Ιουλίου (7)
- Ιουνίου (1)
- Μαΐου (2)
- Μαρτίου (3)
- Φεβρουαρίου (1)
- Δεκεμβρίου (1)
- Νοεμβρίου (1)
- Σεπτεμβρίου (1)
- Αυγούστου (9)
- Ιουλίου (1)
- Ιουνίου (2)
- Μαΐου (3)
- Φεβρουαρίου (1)
- Ιανουαρίου (3)
- Δεκεμβρίου (1)
- Νοεμβρίου (2)
- Σεπτεμβρίου (3)
- Αυγούστου (1)
- Ιουλίου (16)
- Ιουνίου (15)
- Μαΐου (4)
- Απριλίου (9)
- Μαρτίου (6)
- Φεβρουαρίου (8)
- Ιανουαρίου (15)
- Δεκεμβρίου (5)
- Νοεμβρίου (6)
- Οκτωβρίου (9)
- Σεπτεμβρίου (9)
- Αυγούστου (6)
- Ιουλίου (11)
- Ιουνίου (14)
- Μαΐου (31)
- Απριλίου (36)
- Μαρτίου (131)
- Φεβρουαρίου (142)
- Ιανουαρίου (50)
- Δεκεμβρίου (27)
- Νοεμβρίου (26)
- Οκτωβρίου (30)
- Σεπτεμβρίου (20)
- Αυγούστου (1)
- Μαρτίου (1)
- Νοεμβρίου (1)
- Σεπτεμβρίου (4)
- Αυγούστου (8)
- Ιουλίου (2)